Doc.gr
Posted: Wednesday, 26 June 2013
Αρθροσκόπηση του καρπού

Η αρθροσκόπηση του καρπού εφαρμόζεται τόσο διαγνωστικά, όταν η αιτιολογία του πόνου στον καρπό παραμένει αδιευκρίνιστη παρά τον απεικονιστικό έλεγχο, όσο και θεραπευτικά. Οι ρήξεις συνδέσμων και του τρίγωνου ινοχόνδρινου δίσκου (TFCC), γάγγλια του καρπού, δυσκαμψίες (αγκυλώσεις) και φλεγμονώδεις παθήσεις όπως η ρευματοειδής αρθρίτιδα μπορούν να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά. Σε αυτό βοηθούν και νεότερα εργαλεία όπως οι διαθερμίες ραδιοσυχνοτήτων. Η αρθροσκόπηση του καρπού μπορεί επίσης να βοηθήσει στην ακριβή ανάταξη (διόρθωση) των καταγμάτων του καρπού και του σκαφοειδούς. Χρησιμοποιείται επίσης ως εναλλακτική μέθοδος αντιμετώπισης του συνδρόμου καρπιαίου σωλήνα σε επιλεγμένους ασθενείς. Τέλος η αρθροσκόπηση πολύ μικρών αρθρώσεων, όπως της άρθρωσης της βάσης του αντίχειρα, μπορεί να βοηθήσει στην αντιμετώπιση της πρώιμης αρθρίτιδας.

Η χρήση ακτινοσκοπικών μηχανημάτων στη διάρκεια του χειρουργείου, παρότι δεν είναι νέα μέθοδος, μας επιτρέπει τα τελευταία χρόνια, με την αυξημένη ασφάλεια που έχει αποκτήσει η χρήση τους, την ακριβέστερη αντιμετώπιση σύνθετων καταγμάτων του άνω άκρου, μειώνοντας την ανάγκη για εκτεταμένες τομές.

Οι υπέρηχοι, πέρα από την πολύτιμη βοήθεια που παρέχουν στη διάγνωση, ιδιαίτερα στις παθήσεις του ώμου (θεωρούνται πλέον το «στηθοσκόπιο» του ορθοπαιδικού), μπορούν να βοηθήσουν στη διενέργεια θεραπευτικών πράξεων όπως οι εγχύσεις (ενέσεις κορτιζόνης ή υαλουρονικού οξέως σε περιπτώσεις τενοντίτιδας ή αρθρίτιδας) με ακρίβεια, αλλά και επεμβάσεων όπως η διάνοιξη του εκτινασσόμενου δακτύλου.

Κλασικές χειρουργικές επεμβάσεις του άνω άκρου έχουν τα τελευταία χρόνια τροποποιηθεί, και με τη χρήση ειδικών εργαλείων μπορούν να γίνουν πλέον με μικρότερες τομές. Για παράδειγμα η ολική αρθροπλαστική (αντικατάσταση) του ώμου μπορεί να γίνει με τομή 5 έως 7 εκατοστών και η διάνοιξη του καρπιαίου σωλήνα με μικρή τομή 1 έως 2 εκατοστών στην παλάμη σε επιλεγμένους ασθενείς.

Τα πλεονεκτήματα των τεχνικών ελάχιστα παρεμβατικής χειρουργικής είναι προφανή: λιγότερος μετεγχειρητικός πόνος, ταχύτερη αποκατάσταση και επάνοδος στην εργασία, μικρότερη απώλεια αίματος, καλύτερο αισθητικό αποτέλεσμα (μικρότερη ουλή). Παρόλα αυτά δεν είναι δυνατόν να αντιμετωπιστούν όλες οι παθήσεις του άνω άκρου με τέτοιες μεθόδους. Αντίθετα η εφαρμογή τους σε ακατάλληλες ενδείξεις ή ασθενείς μπορεί να τις καταστήσει αναποτελεσματικές ή και σε κάποιες περιπτώσεις επικίνδυνες. Ο χειρουργός πρέπει να είναι εξοικειωμένος τόσο με τις κλασικές όσο και με τις νεότερες τεχνικές, να επιλέγει με βάση τον ασθενή και τη συγκεκριμένη πάθηση και να είναι προετοιμασμένος να μετατρέψει στο χειρουργείο μια ελάχιστα παρεμβατική τεχνική σε κλασική, εάν αυτό επιβάλλει η επέμβαση ή η ασφάλεια του ασθενή.

 


  • Διάδωσέ αυτό το άρθρο: